Η χαμένη τιμή της ελληνικής διαιτησίας
02.03.25 | 13:37
Ας αρχίσουμε με δύο από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα:
Μετά τον αγώνα με τον Βόλο ο Άρης με ανακοίνωσή του χαρακτήρισε «εργαλεία» το διαιτητή Παπαδόπουλο και τον VAR Tζήλο, αποκάλεσε «νούμερα» εκτός από τους δύο προαναφερθέντες, τους Βεργέτη, Τσαγκαράκη, Ζαμπαλά και «ηθοποιό» τον Λανουά.
Πριν λίγες ημέρες ο Πανσερραϊκός με αφορμή τη διαιτησία στον αγώνα με τον Ατρόμητο και απευθυνόμενος δημόσια στον πρόεδρο της ΚΕΔ έκανε λόγο για «σικέ παιχνίδια».
Την ίδια στιγμή στη Γαλλία, οι αντίστοιχου ύφους δηλώσεις του προέδρου της Μαρσέιγ για τον διαιτητή του αγώνα με την Οσέρ -έκανε λόγο για “πραγματική διαφθορά” – προκάλεσαν σειρά αντιδράσεων:
Η γαλλική λίγκα -όπως διαβάζουμε- επέβαλε στον πρόεδρο της Μαρσέιγ αποκλεισμό 15 αγώνων, ενώ η ένωση των Γάλλων διαιτητών εξέδωσε ανακοίνωση υποστηρίζοντας ότι «η φύση των παρατηρήσεων (του προέδρου της Μαρσέιγ) αμφισβήτησε την ακεραιότητα του διαιτητή και, γενικότερα, του διαιτητικού σώματος» και έδωσε εντολή για νομικές ενέργειες σε βάρος του.
Όταν τον περασμένο Απρίλιο στην Αγγλία, η Νότιγχαμ Φόρεστ, με μια ελληνικού τύπου ανακοίνωση, εξέφρασε την δυσαρέσκειά της για τον VAR του αγώνα με την Έβερτον, λέγοντας ότι «ο διαιτητής είναι οπαδός της Λούτον», αντιμετώπισε ένα κύμα κατακραυγής.
Από την ίδια την Premier League που πήρε θέση υποστηρίζοντας ότι “δεν είναι ποτέ αποδεκτό το να αμφισβητείται ακατάλληλα η ακεραιότητα των διαιτητών και η φύση αυτών των σχολίων σημαίνει πως και η Premier League θα ανοίξει έρευνα επί του θέματος σε συνάρτηση με τους κανονισμούς της λίγκας», έως τον πρώην διεθνή αμυντικό της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Γκάρι Νέβιλ, ο οποίος είπε ότι με τέτοιου περιεχομένου ανακοινώσεις χάνεται η αξιοπιστία με τους διαιτητές στο παιχνίδι.
Ποια είναι η ειδοποιός διαφορά των αντιδράσεων στην Ελλάδα από αυτές που καταγράφηκαν σε αντίστοιχες περιπτώσεις σε δύο από τα κορυφαία πρωταθλήματα παγκοσμίως;
Ότι στη Γαλλία και στην Αγγλία η ακεραιότητα των διαιτητών είναι συνυφασμένη με την αξιοπιστία των πρωταθλημάτων και ότι εμπλεκόμενοι με το ποδόσφαιρο θεωρούν ότι είναι καθήκον τους να την προστατεύσουν, ακόμη και αν γίνονται διαιτητικά λάθη.
Αντιθέτως στην Ελλάδα ουδείς τολμά να υπερασπιστεί επί τη αρχής την «ακεραιότητα των διαιτητών».
Ούτε η ΕΠΟ με τις αστείες ποινές στο άρθρο του πειθαρχικού κώδικα περί «δυσφήμισης αρχών και οργάνων» και με την απροθυμία να καταγγείλει και να συγκρουστεί με τους προέδρους των ΠΑΕ, ούτε η ΚΕΔ, ούτε βεβαίως η Super League αλλά ούτε και οι ίδιοι διαιτητές, είτε από αδυναμία είτε, ίσως, από ενοχή.
Όσον αφορά την θεσμική εκπροσώπηση των διαιτητών, από τη μία Ένωση Διαιτητών / ΟΔΠΕ είναι περιθωριοποιημένη, από την άλλη κάποιοι αξιωματούχοι διαιτησίας δημιούργησαν το θνησιγενές τερατούργημα της «Ένωσης εν ενεργεία διαιτητών», περισσότερο για να ικανοποιήσουν τις ορέξεις της προηγούμενης διοίκησης της ΕΠΟ, παρά επειδή ήθελαν να αποκτήσουν οι διαιτητές «συνδικαλιστική εκπροσώπηση».
Όταν, επομένως, ουδείς από τους θεσμικούς αντιδρά στην Ελλάδα, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στις προαναφερθείσες χώρες, δίνεται η εντύπωση ότι υπάρχει μια «συνομωσία σιωπής και ανοχής» σε οποιαδήποτε κατηγορία ή και χαρακτηρισμό αποδοθεί.
Καλλιεργείται η πεποίθηση ότι στην Ελλάδα οτι και να ειπωθεί για την ακεραιότητα των διαιτητών και την αξιοπιστία των αγώνων είναι καλώς καμωμένο και εν πολλοίς αληθές.
Eίναι σαν ένα ολόκληρο σύστημα να έχει συνθηκολογήσει, να έχει εθιστεί και να αποδέχεται να το κατηγορούν χωρίς να αντιδρά.
Τελικά στην περίπτωσή μας φαίνεται ότι ισχύει το γνωμικό που λέει ότι «η αξιοπρέπεια φαίνεται να είναι μια κατάσταση που είναι πολύ πιο εξουθενωτικό να τη διατηρήσεις από την αντίθετή της»…