Φωτογραφία: Intime

Bloggers

It’s coming home?

11.07.24 | 21:00

Γράφει: Κώστας Βαϊμάκης

Μπορεί να μην είναι ο τελικός που ονειρεύτηκαν οι περισσότεροι. Μπορεί κάποιοι να ήθελαν την Ολλανδία στον τελικό. Μπορεί να μην χωνεύετε την Αγγλία, τον Σάουθγκεϊτ, τους Αγγλάρες οπαδούς. Αλλά η Αγγλία είναι για δεύτερο συνεχόμενο Euro στον τελικό – και τουλάχιστον αυτή, σε αντίθεση με τη Γαλλία ή την Πορτογαλία, «θυμήθηκε» να παίξει μπάλα έστω και σε ένα παιχνίδι. Ήταν όμως αυτό που μέτραγε.

Δεν νομίζω να διαφωνήσει κανείς ότι η εικόνα της Αγγλίας ως τον ημιτελικό ήταν από μέτρια ως κουραστική. Χωρίς φρεσκάδα, χωρίς φαντασία, χωρίς να μπορεί να τσουλήσει κάποιος τη μπάλα, με έναν Κέιν απομονωμένο μπροστά να περιμένει – μάταια – μισή μπαλιά της προκοπής, με έναν Φόντεν αγνώριστο, με τον Μπέλιγχαμ να δείχνει αποκαμωμένος μετά από μια χρονιά όπου έπαιξε ενδεχομένως παραπάνω απ’ όσο άντεχε. Η Αγγλία όμως, έστω κι έτσι, «με τα ψέματα», έφτασε στα ημιτελικά. Με αίμα, δάκρυα και ιδρώτα. Με τον Μπέλιγχαμ να ισοφαρίζει με γυριστό στο 95 και τον Κέιν να δίνει την πρόκριση στο ένα ματς. Με πρωτόγνωρη (και καθόλου «αγγλική ψυχραιμία») και 5/5 πέναλτι μετά. Χωρίς φανφάρες, χωρίς «κορδελάκια», χωρίς δηλώσεις και μεγαλοστομίες. Και ακριβώς εκεί, στον ημιτελικό, όπου οι περισσότεροι έκαναν λόγο για την Ολλανδία, που παίζει μπάλα, που προσφέρει θέαμα, που ανέβασε στροφές στα νοκ-άουτ, εμφανίστηκε για πρώτη φορά η κανονική βερσιόν της Αγγλίας.

Τώρα μιλάει ο Σάουθγκεϊτ

Έχει ακούσει πολλά και διάφορα ο κόουτς τόσο όταν ήταν παίκτης, όσο και τα χρόνια που είναι προπονητής. Για το πέναλτι που έχασε τότε, για το κοουτσάρισμά του αυτά τα χρόνια – μόνο που επί των ημερών του η Αγγλία σχεδόν πάντα βρίσκει έναν τρόπο να πρωταγωνιστεί, είτε μιλάμε για Euro, είτε για Μουντιάλ. Τα αγγλικά μέσα λένε πως αν η Αγγλία πάρει το Euro, ο ίδιος θα πάρει τον τίτλο του «Sir», τίτλος που απονέμεται σε αυτούς που κάνουν κάτι σπουδαίο για τη χώρα και αφήνουν ένα σπουδαίο αποτύπωμα στην κοινωνία. Εγώ λέω να του τον δώσουν τον τίτλο ούτως ή άλλως – αυτό που έχει κάνει ως τώρα, είναι κάτι που υπερβαίνει το ίδιο το αγγλικό ποδόσφαιρο.

Ενδεχομένως δεν έχουμε καταλάβει ακριβώς τι είναι το αγγλικό ποδόσφαιρο ή – για την ακρίβεια – τι είναι ο Άγγλος ποδοσφαιριστής. Διότι μπορεί η Πρέμιερ να είναι το κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, αλλά αυτό συμβαίνει κατά βάση διότι μπορεί να προσελκύει και να πληρώνει ένα σωρό πολύ καλούς ή κορυφαίους ποδοσφαιριστές από όλο τον πλανήτη και μερικούς σπουδαίους προπονητές. Τα «εθνικά προϊόντα» των Άγγλων, οι Άγγλοι ποδοσφαιριστές, μπορεί να είναι καλοί αλλά δεν είναι κορυφαίοι – ελάχιστοι είναι ηγέτες στις ομάδες τους. Στο εξωτερικό, «λάμπει» ο Μπέλιγχαμ και αυτή τη χρονιά έβαλε ένα σωρό γκολ ο Κέιν στη Γερμανία, χωρίς ωστόσο να πανηγυρίσει ούτε κούπα του τσαγιού. Ωστόσο οι Άγγλοι έχουν σε τόσο μεγάλη εκτίμηση τους Άγγλους παίκτες, που ζητάνε (και συνήθως παίρνουν) μυθικά ποσά, όταν ένας Άγγλος μετακινείται από τη μια αγγλική ομάδα σε μια άλλη. Για να είμαστε σοβαροί τώρα, υπάρχει κάποιος άνθρωπος, με σώας τας φρένας, που να πιστεύει ότι 120 εκατομμύρια είναι ένα λογικό ποσό για τον Ντέκλαν Ράις ή 115 είναι μια χαρά ποσό για τον Γκρίλις ή τα 80 που δόθηκαν πριν μερικά χρόνια για τον Μαγκουάιρ, ήταν ένα ποσό που αντιπροσώπευε την πραγματική του αξία;

Μέσα σε όλη αυτή την ποδοσφαιρική υπεραξία, την υπερτίμηση και την υπερκοστολόγηση, κάποιοι – στην Αγγλία αλλά και εκτός – μπορεί να πιστεύουν ότι η Εθνική Αγγλίας είναι μια πολύ ποιοτική ομάδα, απλά και μόνο επειδή είναι «ακριβή», επειδή οι παίκτες τους κοστολογούνται όσο κοστολογούνται. Και με αυτή τη λογική έχουν πολύ υψηλές απαιτήσεις από τους Άγγλους ποδοσφαιριστές, που «οφείλουν» να παίζουν ως παίκτες πολλών εκατομμυρίων, χωρίς σε καμία περίπτωση να είναι στην πραγματικότητα τέτοιοι. Αυτούς τους παίκτες όμως έχει στη δούλεψή του ο Σάουθγκεϊτ, φορτωμένους με τόσες ευθύνες, τόση προσοχή από όλη την Αγγλία και τόσο μπινελίκι όταν κάτι δεν πάει καλά και αυτούς πρέπει όχι μόνο να διαχειριστεί, αλλά και να τονώσει ψυχολογικά, να τους κάνει να νιώσουν σημαντικοί, να πιστέψουν ότι μπορούν να κερδίσουν ομάδες που στην πραγματικότητα είναι καλύτερες απ’ αυτήν πολύ απλά διότι έχουν καλύτερους παίκτες απ’ αυτήν.

Με την Ολλανδία το έκανε, παρότι η Αγγλία βρέθηκε πίσω στο σκορ – θα μπορούσε να καταρρεύσει και να διαλυθεί. Η Αγγλία όμως όχι απλά δεν κατέρρευσε, αλλά ισοφάρισε γρήγορα, πήρε τα ηνία του αγώνα, απείλησε και τελικά νίκησε, διότι ο προπονητής της έκανε τις αλλαγές που έπρεπε στο χρονικό σημείο που έπρεπε: όχι για να φρεσκάρει την ομάδα του στην παράταση, αλλά για να μην χρειαστεί να φτάσει σε αυτήν – Πάλμερ και Γουότκινς, ήταν αυτοί που «ξεκλείδωσαν» το δεύτερο γκολ και την πρόκριση.

Αγγλία, μπορείς;

Στον τελικό η Αγγλία θα βρει απέναντί της την καλύτερη ομάδα του τουρνουά, όπως περίπου συνέβη και στο προηγούμενο Euro με την Ιταλία. Οι Ισπανοί έχουν κερδίσει το χειροκρότημα, διότι παίζουν το παιχνίδι τους από την αρχή του Euro, έχουν φαντασία, αλεγρία και πρωταγωνιστές απ’ αυτούς που λατρεύει να βλέπει ο κόσμος: μικρούς, ταλαντούχους και χαρούμενους, όπως είναι ο Γιαμάλ και ο Νίκο Γουίλιαμς μπροστά.

Η Ισπανία δεν θα αλλάξει κάτι στο στυλ παιχνιδιού της στον τελικό – δεν έχει καμία ανάγκη να πειράξει το παραμικρό. Η Αγγλία υποχρεούται να αλλάξει πράγματα και ο Σάουθγκεϊτ να κάνει «πατέντες», ώστε να περιορίσει την ισπανική δημιουργικότητα. Με την Ολλανδία έδωσε έναν διαφορετικό ρόλο σε Σάκα και Φόντεν, με μπόλικη ελευθερία να κινούνται «εκτός πλάνου», τράβηξε σε αρκετές φάσεις τον Κέιν μακριά από την αντίπαλη περιοχή για να δημιουργηθούν χώροι για τους μεσοεπιθετικούς που έρχονταν από πίσω και κέρδισε – τόσο τις εντυπώσεις, όσο και το ματς. Με τους Ισπανούς, θα πρέπει να στύψει το κεφάλι του για να βρει κάτι εξίσου αποτελεσματικό, αν θέλει η ομάδα του να έχει τύχη, χωρίς να παραμελήσει ούτε για φάση τον τρόπο που θα αμυνθεί η Αγγλία απέναντι στα βέλη της Ισπανίας, που θα τιμωρήσει και την παραμικρή αγγλική αδράνεια. Μοιάζει δύσκολο να έχει αυτή τη συγκέντρωση η Αγγλία σε ένα τέτοιο ματς, έναν τελικό απέναντι σε μια τόσο καλή ομάδα. Αλλά σάμπως ήταν εύκολο αυτό που έχει κάνει ως τώρα;