Ντομαγκόι Βίντα Μπράντον Τόμας ΑΕΚ ΠΑΟΚ Super League Φωτογραφία: Intime

Bloggers

Μήπως κάτι άλλαξε στη Super League;

08.04.24 | 14:48

«Σε μια ατέλειωτη παρτίδα σε κερδίζω και σε χάνω», τραγούδαγε ο Βαγγέλης Γερμανός κάποτε στα «Μπαράκια». Πού να φανταζόταν ότι σήμερα το αναφωνούν κάθε Κυριακή και Τετάρτη οι τέσσερις διεκδικητές του τίτλου στη Superleague.

Γίναμε Premier League;

Κοιτάζεις τη βαθμολογία μετά από τις τέσσερις πρώτες αγωνιστικές των playoffs και δεν το πιστεύεις. Δεν είσαι ΜΑΘΗΜΕΝΟΣ να το πιστεύεις. Είσαι ποτισμένος με χρόνια αμφισβήτησης, καχυποψίας, παρασκηνίου, νεποτισμού και το dna σου έχει χαλάσει, ώστε να αποδέχεσαι ότι το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα μπορεί να είναι ανταγωνιστικό. Είναι χρόνια, που έχει φτιαχτεί ένα «δεύτερο δέρμα» πάνω από το δέρμα μας, ένα πελώριο «σιγά μην» έχει εγκατασταθεί στην κουλτούρα του ποδοσφαιρόφιλου, των δημοσιογράφων, των παραγόντων και -νέο group αυτό- των παικτών του στοιχήματος.

Αν κοιτάξουμε τη βαθμολογία στις αντίστοιχες πρώτες θέσεις της Premier League, μπορούμε και να αναφωνήσουμε «μήπως γίναμε Premier League;». Άρσεναλ 71, Λίβερπουλ 71, Μάντσεστερ Σίτι 70. Και ξανακοιτάμε τη δική μας, της Super League. ΠΑΟΚ 67, ΑΕΚ 66, ΠΑΟ 65. Λίγο πιο πίσω ο Ολυμπιακός 63. Μήπως γίναμε Premier League; Όχι δεν γίναμε όσο υπάρχει καχυποψία για τις διαιτησίες, όσο υπάρχουν ανακοινώσεις παραγόντων, όσο υπάρχει ο ψίθυρος του «πονηρού» ότι όλα γίνονται «για το στοίχημα», όπως λέει στους φίλους του στο καφενείο. Είμαστε όμως σε έναν καλό δρόμο προς τη φαντασίωση του να γίνουμε με ρυθμό χελώνας, Premier League.

Τα πράγματα που βελτιώθηκαν

Στοιχείο πρώτο της βελτίωσης του πρωταθλήματος: Οι τέσσερις της πρώτης τετράδας της ελληνικής βαθμολογίας, έχουν στους πάγκους τους καλούς προπονητές και καλούς ξένους και Έλληνες παίκτες. Ο ΠΑΟΚ με τον Λουτσέσκου και ένα πολύ σωστά δομημένο ρόστερ με συνδυασμό έμπειρων και ταλαντούχων είτε ξένων είτε Ελλήνων, η ΑΕΚ με έναν προπονητή που κοσμεί το ελληνικό ποδόσφαιρο και πολύ «ευρύ» ρόστερ σε όλες τις θέσεις ανεξαρτήτως συγκυριακών αποτελεσμάτων, ο Παναθηναϊκός που και με τον Γιοβάνοβιτς πριν και με τον Τερίμ τώρα έχει προσωπικότητες στον πάγκο του και διαθέτει τους καλύτερους Έλληνες του πρωταθλήματος (βλέπε Ιωαννίδη και Μπακασέτα). Και, ο Ολυμπιακός που ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ έχει έναν προπονητή με περγαμηνές και σοβαρότητα στη διαχείριση ενός ταλαιπωρημένου από αλλαγές, ρόστερ, που κάποιος έπρεπε να το βάλει σε μία τάξη, και ήλθε η ώρα να το βάλει αυτός. Και όλοι μαζί, οι τέσσερις που βλέπουν τίτλο, σε πολύ υψηλό τέμπο απόδοσης, με ταχυδύναμη στο παιχνίδι τους, σχεδόν ευρωπαϊκού επιπέδου ρυθμό -οι δύο άλλωστε συνεχίζουν και στην Ευρώπη- και επαγγελματισμό στη συγκρότηση του τεχνικού τιμ, των αναλυτών, των βοηθών, των ειδικών προπονητών, των φυσιοθεραπευτών.

Τα ανταγωνιστικά playoffs και το VAR

Στοιχείο δεύτερο η εν τέλει, «σοφή» απόφαση από τη σεζόν 2019-20 να μπαίνει και ο πρώτος της κανονικής περιόδου στη διαδικασία των αγώνων κατάταξης, μια απόφαση που άλλαξε τα δεδομένα και προσφέρει πλέον σασπένς. Μετά από πέντε χρόνια από τη θεσμική εκείνη αλλαγή, η απόφαση έχει αποδώσει μόνο με θετικό τρόπο για την ποιότητα των αγώνων κατάταξης -με εξαίρεση κάποια ευτράπελα στα playouts που θα συνεχίζονται όσο η ελληνική νοοτροπία καθιστά κάποιες ομάδες «αδιάφορες». Η περίφημη ατάκα Κόκκαλη σε μια συνέντευξη Τύπου όταν ο Ολυμπιακός είχε εξασφαλίσει τον τίτλο «έχουμε να δούμε και τα πλέι οφ», γελώντας σαρκαστικά, δεν μπορεί να επαναληφθεί πλέον από κανέναν παράγοντα. Σαφώς και τα playoffs είναι κανονισμός που ισχύει σε μεσαίας δυναμικότητας πρωταθλήματα στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, αλλά, να που στην Ελλάδα, εφέτος, εκτόξευσαν το ενδιαφέρον.

Στοιχείο τρίτο, το VAR. Κλείστε τα μάτια και σκεφθείτε σε πόσες πρωτογενείς διαιτητικές αποφάσεις θα έπεφτε το ανάθεμα για μήνες αν δεν υπήρχε ο έλεγχος από τον VAR, σε ένα θεσμό που καθιερώθηκε από FIFA και UEFA, εφαρμόστηκε στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο αλλά πρέπει η Ελλάδα να ευχαριστεί την ευρωπαϊκή και την Παγκόσμια Ομοσπονδία, γιατί είναι αυτό που έλειπε από το ΔΙΚΟ μας ποδόσφαιρο. Ας μη γελιόμαστε, οι Έλληνες παράγοντες δεν έγιναν ξαφνικά αθώες περιστερές και πάντα θα επιδιώκουν να παίρνουν εύνοια. Σε συνδυασμό με την ιστορική απόφαση της παρουσίας ξένων διαιτητών στα ελληνικά ντέρμπι, η διαιτησία έχει παίξει πολύ λιγότερο ρόλο, ευτυχώς, στη διαμόρφωση των αποτελεσμάτων. Οι σκιές υπάρχουν, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε. Το δηλητήριο των οργανωμένων κυκλωμάτων έχει διαφθείρει πολλάκις το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αν καταφέρει να δηλητηριάσει και το εφετινό πρωτάθλημα με τόσα θετικά στοιχεία, τότε να τα παρατήσουμε και να πάμε σε άλλη χώρα.