Μία άκρως αποκαλυπτική συνέντευξη παραχώρησε ο Λούκα Ιβάνουσετς στην κροατική Sportske Novosti. Μέσα σε αυτή το νέο απόκτημα του ΠΑΟΚ αναφέρεται με λεπτομέρειες για «το δράμα» και τις ιδιαιτερότητες από τότε που πήγε στη Φέγενορντ, για τις δυσκολίες και τη μάχη που έδωσε με τους τραυματισμούς, αλλά και για την πρώην ομάδα του, τη Ντιναμό Ζάγκρεμπ (2019-2023).
«Η περσινή σεζόν ήταν εφιαλτική: ούτε 500 λεπτά συμμετοχής συνολικά με την φανέλα της Φέγενορντ. Προσπάθησε να επανενταχθεί στη Ντινάμο, αλλά δεν κατέστη δυνατό λόγω ενός ξαφνικού τραυματισμού του» αναφέρεται και συνεχίζει ο συντάκτης του κειμένου:
«Κακοτυχία, κάρμα, μοίρα – όπως θέλει να το δει κανείς – αλλά με τη μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ, ο 26χρονος πήρε επιτέλους την ευκαιρία να σταθεί ξανά στα πόδια του. Και να παίξει.»
«Ουφ, το συναίσθημα είναι απελευθερωτικό, πραγματικά», υποστηρίζει ο παίκτης σε αποκλειστική συνέντευξή του στην Jutarnji. Κι όταν ρωτήθηκε πώς προέκυψε ο ΠΑΟΚ, απάντησε:
«Μίλησα με τον προπονητή, τον Ράζβαν Λουτσέσκου, μου έδειξε ότι με ήθελε και αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Μετά από εκείνη τη δύσκολη σεζόν, την περσινή, όπου δεν υπήρχαν πολλά λεπτά συμμετοχής, η βασική μου επιθυμία ήταν να επιστρέψω, να απολαύσω το ποδόσφαιρο, να παίξω.
Υπήρχαν και μερικές άλλες προτάσεις, αλλά το όραμα και η ιδέα του ΠΑΟΚ με κέρδισαν. Παράλληλα, μίλησα και με τον Λόβρεν, αλλά και με τον Κοτάρσκι, οι οποίοι μου είπαν τα καλύτερα για τον σύλλογο, ότι η ζωή στη Θεσσαλονίκη είναι πολύ καλή, ότι το ποδόσφαιρο είναι επιθετικό και πως θα προσαρμοστώ πολύ καλά.
Και ναι, έτσι έγινε, είμαι πολύ ικανοποιημένος από το πώς με υποδέχθηκαν, τόσο το κλαμπ όσο και οι φίλαθλοι. Οι πρώτες εντυπώσεις είναι πραγματικά εξαιρετικές…»
Ρωτήθηκε για τις φιλοδοξίες του:
«Θέλουμε να γίνουμε πρωταθλητές και να κατακτήσουμε το Europa League. Επίσης, επειδή φέτος ο σύλλογος γιορτάζει τα 100 χρόνια του, όλοι – από τον ιδιοκτήτη μέχρι τους οπαδούς – είναι βαθιά αφοσιωμένοι στο έργο να γίνει αυτή η επετειακή χρονιά καρποφόρα και σε επίπεδο αποτελεσμάτων. Θα δώσω τον καλύτερό μου εαυτό για να γίνει πραγματικότητα…»
Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι το κεφάλαιο της Εθνικής είναι στο βάθος όλων αυτών;
«Σίγουρα, και τα κριτήρια της εθνικής ομάδας, η οποία είναι τόσο επιτυχημένη, είναι πολύ ξεκάθαρα και ο προπονητής τηρεί πιστά αυτά τα αξιώματα: αν θέλεις να είσαι στην Εθνική, πρέπει να παίζεις. Δεν υπάρχει φιλοσοφία εκεί. Και αυτό είναι το μόνο δίκαιο.
Όταν μίλησα κάποια στιγμή και με τον ίδιο τον προπονητή, με συμβούλευσε να αναζητήσω κάτι νέο, ένα μέρος όπου θα μπορούσα να παίζω, να ξαναβρώ την αυτοπεποίθησή μου, να επανέλθω στο επίπεδο που ήμουν… Και αυτό είναι δίκαιο: αν παίξω και τα πάω καλά, μπορώ να περιμένω κλήση».
Είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο μεγαλύτερο κίνητρο;»
«Απόλυτα, να σταθώ δίπλα στον ακατάβλητο Λούκα (Μόντριτς) σε αυτό που μπορεί να είναι η τελευταία του μεγάλη διοργάνωση. Είναι μια τεράστια ώθηση μπροστά. Με άλλα λόγια, πρέπει να κάνω ένα reset και να επικεντρωθώ: πήρα την ευκαιρία που έψαχνα και τώρα όλα εξαρτώνται από μένα.»
Αν μόνο η κακοτυχία μπορούσε επιτέλους να βρει άλλο δρόμο…
«Δυστυχώς έτσι ήταν, μόλις ήρθα στη Φέγενορντ ξεκίνησα καλά, μετά ήρθε ένας τραυματισμός, και μόλις ανάρρωσα, ήρθε άλλος ένας.
Αυτοί οι τραυματισμοί με φρέναραν, άλλοι παίκτες έπαιξαν πολύ καλά και ήταν δύσκολο να επιστρέψω στην ομάδα. Πρόσθεσε και τις αλλαγές προπονητών, την πίεση του πρωταθλήματος και φτάνεις στο συμπέρασμα ότι απλώς δεν λειτούργησε.»
Θα τα έκανες όλα ξανά;
«Θα το έκανα, θα διάλεγα ξανά τη Φέγενορντ, λαμβάνοντας υπόψη ότι ήταν η πρώτη μου μεταγραφή στο εξωτερικό, έμαθα πολλά για το ποδόσφαιρο, αντιμετώπισα το να μην παίζω… Έγινα πιο συνειδητοποιημένος τόσο στο ποδόσφαιρο όσο και στον εαυτό μου. Δυνάμωσα τον χαρακτήρα μου, ωρίμασα πνευματικά.»
Η Ντινάμο;
«Τον χειμώνα όλα είχαν τελειώσει, είχαμε έρθει σε συμφωνία, η Ντινάμο είχε συμφωνήσει τα πάντα με τη Φέγενορντ και μετά, μέσα σε πέντε ημέρες, τραυματίστηκαν πολλοί παίκτες, υπήρξε αλλαγή προπονητή, η Φέγενορντ είχε κάθε δικαίωμα να με κρατήσει…
Ναι, ήθελα να επιστρέψω, αλλά το καλοκαίρι η ιστορία διογκώθηκε: όλα όσα γράφτηκαν ήταν γεμάτα ψέματα, γιατί δεν υπήρξε καμία επαφή. Αλλά μια μέρα… η Ντινάμο είναι πάντα μια επιλογή.»