Monobala Creative Squad: Foivos Mouratidis

Διεθνή

Οι ποδοσφαιρικοί προδότες δεν γιορτάζουν… ούτε του Αγίου Βαλεντίνου (videos)

14.02.25 | 13:00

Του Αγίου Βαλεντίνου σήμερα, ημέρων των ερωτευμένων, των μεγάλων ερώτων και το monobala.gr μένει… μερικώς σε αυτή τη θεματολογία, παρουσιάζοντας πέντε περιπτώσεις ποδοσφαιριστών, που αποτέλεσαν τρανά παραδείγματα, έρωτα και μίσους.

Επιμέλεια: Μάριος Βλαβιανός, Χάρης Δάβος

Πέντε περιπτώσεις, όπου από λαϊκοί ήρωες, εξελίχθηκαν σε άσπονδους εχθρούς και έζησαν μια… κόλαση επί γης, όταν επισκέφτηκαν ξανά, το χώρο, όπου λατρεύτηκαν.

Ο «Ιούδας» Σολ Κάμπελ

Λίγες μεταγραφές έχουν προκαλέσει τόσο σάλο στο αγγλικό ποδόσφαιρο όσο αυτή του Σολ Κάμπελ από την Τότεναμ στην Άρσεναλ.

Με το συμβόλαιό του να φτάνει στο τέλος του, η Τότεναμ κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να τον κρατήσει. Μάλιστα, του προσέφερε ένα νέο συμβόλαιο που θα τον καθιστούσε τον πιο ακριβοπληρωμένο παίκτη της ομάδας.

Παρά τις διαπραγματεύσεις και το έντονο ενδιαφέρον κορυφαίων ευρωπαϊκών συλλόγων, ο Κάμπελ επέλεξε να απορρίψει την πρόταση και, προς έκπληξη όλων, να υπογράψει ως ελεύθερος στην Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ!

Η απόφασή του προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Οι οπαδοί της Τότεναμ δεν τον συγχώρησαν ποτέ, βαφτίζοντάς τον «Ιούδα» και εκφράζοντας την οργή τους με κάθε πιθανό τρόπο.

Σε κάθε επιστροφή του στο White Hart Lane, τον υποδέχονταν με γιουχαΐσματα, πανό γεμάτα προσβολές, ακόμη και απειλές. Το 2009, τέσσερις φίλοι των Spurs τιμωρήθηκαν με δια βίου αποκλεισμό από τα γήπεδα για τα ακραία συνθήματα που φώναζαν εναντίον του.

Η μεταγραφή που έγινε συνώνυμο της προδοσίας

Το καλοκαίρι του 2000, το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο βίωσε μία από τις πιο εκρηκτικές μετακινήσεις στην ιστορία του.

Ο Λουίς Φίγκο, ο μεγάλος ηγέτης της Μπαρτσελόνα, έκανε το αδιανόητο: αποδέχτηκε την πρόταση της Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία ενεργοποίησε τη ρήτρα αποδέσμευσής του, ύψους 62εκατομμυρίων ευρώ.

Η απόφαση αυτή προκάλεσε σεισμό στη Βαρκελώνη, με τους φίλους των «μπλαουγκράνα» να αισθάνονται προδομένοι από τον παίκτη που είχαν αποθεώσει.

Η πρώτη του επιστροφή στο «Καμπ Νόου» με τη φανέλα της αιώνιας αντιπάλου, στις 23 Οκτωβρίου 2000, εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο εχθρικά σκηνικά που έχουν καταγραφεί σε γήπεδο.

Το γήπεδο έβραζε, οι 98.000 φίλαθλοι της Μπαρτσελόνα τον αποδοκίμαζαν εκκωφαντικά, ενώ πανό με υβριστικούς χαρακτηρισμούς κατέκλυσαν τις εξέδρες. Ο Φίγκο βρέθηκε αντιμέτωπος με μία άνευ προηγουμένου εχθρότητα, με κάθε εκτέλεση στημένης φάσης να συνοδεύεται από βροχή αντικειμένων – από κέρματα και αναπτήρες μέχρι κινητά τηλέφωνα. Σε εκείνο το κλίμα, η Ρεάλ εμφανίστηκε εμφανώς επηρεασμένη, γνωρίζοντας την ήττα με 2-0.

Δύο χρόνια αργότερα, στις 23 Νοεμβρίου 2002, τα πράγματα πήραν ακόμα πιο ακραία τροπή. Σε έναν αγώνα που έμεινε στην ιστορία, οι οπαδοί των Καταλανών προχώρησαν σε μία πρωτοφανή κίνηση: κατά τη διάρκεια εκτέλεσης κόρνερ από τον Φίγκο, μία γουρουνοκεφαλή βρέθηκε στον αγωνιστικό χώρο, συμβολίζοντας τη μέγιστη απαξίωση προς το πρόσωπό του.

Από τότε, κάθε μετακίνηση ποδοσφαιριστή ανάμεσα στους δύο ισπανικούς γίγαντες συνοδεύεται από τη σκιά της προδοσίας του Φίγκο. Ενώ, λίγα χρόνια αργότερα θα γίνει και ντοκιμαντέρ στο Netflix η μετακίνηση αυτή, γεγονός που επιβεβαιώνει, πόσο πολύ επηρέασε τις μετέπειτα μεταγραφές.

Το χάος της Φλωρεντίας και η μεταγραφή του Μπάτζιο

Η αντιπαλότητα μεταξύ Γιουβέντους και Φιορεντίνα έφτασε στο αποκορύφωμά της τη δεκαετία του ’80, μέσα από διαιτητικές διαμάχες, αμφιλεγόμενες αποφάσεις και μια μεταγραφή που προκάλεσε οργή.

Το 1982, οι δύο ομάδες πάλεψαν στήθος με στήθος για το πρωτάθλημα, όμως μια σειρά διαιτητικών σφαλμάτων ευνόησε τη «Μεγάλη Κυρία» και στέρησε από τη Φιορεντίνα το όνειρο του τίτλου.

Οκτώ χρόνια αργότερα, η ιστορία επαναλήφθηκε στον τελικό του Κυπέλλου UEFA, με τους «βιόλα» να αισθάνονται ξανά αδικημένοι και να βλέπουν το τρόπαιο να καταλήγει στη Γιουβέντους. Οι διαμαρτυρίες πήραν τη μορφή κατακραυγής, με τη λέξη «κλέφτες» να ακούγεται δυνατά από τη Φλωρεντία.

Ωστόσο, η σπίθα που άναψε πραγματική φωτιά στη σχέση των δύο συλλόγων ήρθε το 1990. Η Φιορεντίνα, σε οικονομικό αδιέξοδο, αναγκάστηκε να πουλήσει το πολυτιμότερο περιουσιακό στοιχείο της: τον Ρομπέρτο Μπάτζιο. Η Γιουβέντους κατέβαλε 25 δισεκατομμύρια λιρέτες – ποσό ρεκόρ για την εποχή – και έκανε δικό της τον Ιταλό σταρ, μια απόφαση που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στη Φλωρεντία.

Η πόλη βυθίστηκε στο χάος. Οργισμένοι οπαδοί εισέβαλαν στα γραφεία του συλλόγου, προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές, ενώ ο πρόεδρος Φλάβιο Ποντέλο φυγαδεύτηκε για να γλιτώσει από το εξαγριωμένο πλήθος. Οι συγκρούσεις με την αστυνομία άφησαν πίσω τους δεκάδες τραυματίες. Ο ίδιος ο Μπάτζιο παραδέχτηκε ότι δεν ήθελε να φύγει, αφήνοντας αιχμές για τη διοίκηση.

Όταν τον Απρίλιο του 1991 επέστρεψε στο «Αρτέμιο Φράνκι» με τη φανέλα της Γιουβέντους, το γήπεδο «έβραζε». Όμως, ο ίδιος βρήκε τρόπο να κατευνάσει την ένταση. Αρνήθηκε να εκτελέσει πέναλτι υπέρ της Γιουβέντους, ισχυριζόμενος ότι ο τερματοφύλακας της Φιορεντίνα ήξερε τον τρόπο που εκτελούσε. Στην πραγματικότητα, δεν ήθελε να σκοράρει απέναντι στην ομάδα που αγαπούσε.

Η σκηνή που έμελλε να μείνει στην ιστορία ήρθε λίγο αργότερα. Κατά την αλλαγή του, ένα κασκόλ των «βιόλα» εκτοξεύτηκε προς το μέρος του. Εκείνος το σήκωσε και το πήρε μαζί του, δείχνοντας πως η καρδιά του παρέμενε στη Φλωρεντία. Ήταν μια στιγμή που άλλαξε τα πάντα. Οι αποδοκιμασίες μετατράπηκαν σε χειροκροτήματα, το μίσος σε συγκίνηση. «Η καρδιά μου θα είναι πάντα βιόλα», δήλωσε αργότερα.

Για τους οπαδούς της Γιουβέντους, η πράξη του αυτή θεωρήθηκε προδοσία. Για τη Φλωρεντία, όμως, ο Μπάτζιο είχε μόλις επιστρέψει στο σπίτι του – τουλάχιστον στην ψυχή.

Οι καμένες φανέλες και η μισητή φιγούρα

Ο Φερνάντο Τόρες, το αγαπημένο παιδί των οπαδών της Λίβερπουλ, μετακόμισε στην Τσέλσι, πραγματοποιώντας μια από τις πιο ακριβές μεταγραφές στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς, ο ιδιοκτήτης των «Μπλε», κατάφερε να κάνει δικό του τον Ισπανό επιθετικό, δαπανώντας 50 εκατομμύρια στερλίνες (περίπου 58 εκατ. ευρώ), ποσό που αποτελεί ρεκόρ για μετακίνηση μεταξύ αγγλικών συλλόγων.

Η απόφαση του Τόρες να φύγει από τη Λίβερπουλ επηρεάστηκε από την αγωνιστική πτώση της ομάδας, η οποία κινδύνευε να μείνει εκτός Champions League, αλλά και από το δελεαστικό συμβόλαιο που του προσέφερε η Τσέλσι, με εβδομαδιαίες αποδοχές 175.000 στερλινών (περίπου 203.000 ευρώ), χωρίς να υπολογίζονται τα μπόνους.

Ωστόσο, η μεταγραφή του προκάλεσε την οργή των οπαδών της Λίβερπουλ, που αντέδρασαν καίγοντας φανέλες με το όνομά του. Ενώ και στο ντοκιμαντέρ που μιλούσε για την καριέρα του, υπήρχε ειδική μνεία, στην μεταγραφή αυτή.

O «Cashley» Cole που δικαιώθηκε για την επιλογή του

Ο Άσλεϊ Κόουλ ήταν προϊόν των ακαδημιών της Άρσεναλ και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ξεχώρισε ως ένας από τους κορυφαίους αριστερούς μπακ στον κόσμο.

Οι οπαδοί των «Κανονιέρηδων» τον λάτρευαν, όμως το καλοκαίρι του 2006 η σχέση τους μαζί του πήρε δραματική τροπή, όταν πίεσε για τη μεταγραφή του στην Τσέλσι, κάτι που τελικά πέτυχε.

Η αποχώρησή του θεωρήθηκε προδοσία από τους φίλους της Άρσεναλ, που δεν του συγχώρησαν ποτέ την απόφασή του να ενισχύσει έναν άμεσο ανταγωνιστή. Με τους οπαδούς να τον ονομάζουν «Cashley Cole»

Ο Κόουλ, ωστόσο, δικαιώθηκε αγωνιστικά, καθώς έγινε βασικό στέλεχος της Τσέλσι για οκτώ χρόνια, κατακτώντας πολλούς τίτλους, συμπεριλαμβανομένου και το πολυπόθητο Champions League το 2012.

Μετά την αποχώρησή του από την Τσέλσι το 2014, συνέχισε την καριέρα του στη Ρόμα, στη Λος Άντζελες Γκάλαξι και στη Ντέρμπι Κάουντι, προτού αποσυρθεί από την ενεργό δράση.

Η καριέρα του Κόουλ μπορεί να σημαδεύτηκε από την πολυσυζητημένη μεταγραφή του, αλλά παραμένει ένας από τους κορυφαίους Άγγλους αριστερούς μπακ όλων των εποχών.