Όλα είναι δρόμος
11.09.24 | 14:44
Αν έκανα ένα copy-paste από το κείμενο που είχα γράψει μετά τη νίκη της Ελλάδας επί της Φινλανδίας, θα αντέγραφα πιθανότατα το σημείο που έγραψα ότι «δεν σκοτώσαμε κανένα θηρίο». Αλήθεια και τότε, αλήθεια και τώρα, μετά τη νίκη επί της Ιρλανδίας. Αλλά για μια Εθνική ομάδα που έχει περάσει τόσα σκαμπανεβάσματα τα τελευταία 11 χρόνια, που βρέθηκε από τους «16» του κόσμου (και μια ανάσα από τους «8») να χάνει από τον κάθε πικραμένο, που είδε ένα σωρό προπονητές να έρχονται και να παρέρχονται, που έχασε το «τσαγανό» της και το αμυντικό της φίλτρο, τίποτα δεν είναι αυτονόητο ή δεδομένο.
Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η ομάδα που μας απέκλεισε και πήρε τη θέση μας στο τελευταίο Euro, η Γεωργία, δεν είναι και καμία υπερδύναμη του ποδοσφαίρου, δεν είναι Γαλλία ή Ολλανδία, ομάδες δηλαδή που αντιμετωπίσαμε στον όμιλο, αλλά παρόλα αυτά αποτύχαμε, παρά το γεγονός ότι ο Πογέτ τα είχε πάει συγκριτικά καλύτερα από τους προκατόχους του. Όλη αυτή η «ιστορική αναδρομή» δεν έχει χαρακτήρα διδακτικό ή «ρετρό», δεν έχει σκοπό να ξύσει πληγές ή να αποδώσει ευθύνες, αλλά απλά να τονίσει τα προφανή: ότι το 2004 είναι 21 χρόνια πίσω, ότι η τελευταία φορά που πήγαμε σε μεγάλη διοργάνωση ήταν το Μουντιάλ του 2014 κι ότι πρέπει να μοχθούμε, να κοπιάζουμε, ενίοτε και να «ματώνουμε» προκειμένου να νικάμε και να προχωράμε, ώστε όσο προχωράμε να χτίζουμε νοοτροπία νικητή. Και κάπως έτσι θα μπορούμε κάποια στιγμή να νικάμε χωρίς να «ματώνουμε» και να μας βγαίνει η ψυχή.
Φώτη, τι έκαμες; Τι έκαμες;
Το πιο εντυπωσιακό επίτευγμα του Φώτη Ιωαννίδη, δεν είναι τα τρία γκολ στα δυο πρώτα παιχνίδια της Εθνικής, ούτε η «ζωγραφιά» που έβαλε στην Ιρλανδία. Είναι ότι πάει να γίνει ο «οικουμενικός Φώτης», ο «Ιωαννίδης όλων των Ελλήνων» και όχι «ο Ιωαννίδης του Παναθηναϊκού». Διότι ζούμε σε μια χώρα, όπου τα οπαδικά γυαλιά μας θολώνουν όχι μόνο την όραση αλλά και την κρίση και αντιμετωπίζουμε συχνά τους διεθνείς ΄που αγωνίζονται σε ελληνικές ομάδες όχι ως παίκτες που φοράνε το εθνόσημο αλλά ως παίκτες της τάδε ή της δείνα ομάδας – γι’ αυτό και σε κάθε λάθος, σε κάθε «τσαφ» ή χαμένη ευκαιρία τους «σταυρώνουμε».
Κάπως έτσι ο Ρότα και ο Μάνταλος είναι «οι παίκτες της ΑΕΚ» όταν δεν παίζουν καλά με το εθνόσημο, ο Μπακασέτας παύει να είναι ο αρχηγός της Εθνικής και γίνεται αυτός του Παναθηναϊκού, ο Μασούρας είναι του Ολυμπιακού και πάει λέγοντας. Ο Φώτης Ιωαννίδης όμως, με αυτά που κάνει πέρυσι και στο ξεκίνημα της φετινής χρονιάς, με τη φανέλα του Παναθηναϊκού αλλά και με αυτή της Εθνικής, κερδίζει πόντους στη συνείδηση των ανθρώπων που γουστάρουν την Εθνική ομάδα και δεν την περιμένουν στη γωνία μετά από κάθε στραβή, επειδή είναι «η ΕΠΟ του Μπαλτάκου» ή «η ΕΠΟ του Γκαγκάτση» ή όποιου άλλου. Και έχουμε ανάγκη από παίκτες που τους βλέπουμε σαν «διεθνείς» και μόνο όταν παίζουν με την Εθνική, που τους καμαρώνουμε, που στο λάθος λέμε «δεν πειράζει, πάμε, θα βάλεις το επόμενο», που δεν μας νοιάζει για εκείνα τα 90 λεπτά σε ποοα ομάδα αγωνίζονται. Όπως είναι για παράδειγμα ο Κωνσταντέλιας, που τον λατρεύουν όλοι γι’ αυτό που είναι ήδη και γι’ αυτό που μπορεί να γίνει, όπως γίνεται σιγά – σιγά ο Φώτης Ιωαννίδης. Τουλάχιστον αυτοί που αγωνίζονται στο εξωτερικό, δεν χρειάζεται να κουβαλάνε αυτό το φορτίο – με τον καιρό «ξεχνάμε» σε ποια ομάδα αγωνιζόταν ο Τζόλης, ο Βλαχοδήμος, ο Κουλιεράκης, ο Τσιμίκας και οι υπόλοιποι.
Ο δρόμος είναι δύσκολος αλλά είναι ανοιχτός
Οι δυο νίκες στο ξεκίνημα, λένε πολλά και τίποτα. Το πραγματικά δύσκολο τεστ είναι αυτό με την Αγγλία που ακολουθεί, το Nations League δεν «υπόσχεται» ούτως ή άλλως μια θέση στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου και η Εθνική μας ομάδα είναι σε μια νέα φάση, με έναν νέο προπονητή και με τα γνωστά προβλήματα που πάντα αντιμετωπίζει η Εθνική ομάδα: λιγοστές μέρες κάθε φορά για να βρεθούν όλοι μαζί οι διεθνείς με τον προπονητή τους.
Γνωστά όλα τα παραπάνω και δεν μπορεί να γίνει κάτι στο ασφυκτικό ποδοσφαιρικό καλεντάρι για να βρεθούν έξτρα μέρες για καμία Εθνική ομάδα του κόσμου, με τόσες υποχρεώσεις που υπάρχουν. Αλλά τα δείγματα από τους πρώτους δυο αγώνες είναι τέτοια, που στέλνουν ένα δροσερό αεράκι αισιοδοξίας σε όλους μας: ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς έχει «αγγίξει» με την θετική του ενέργεια και την ποδοσφαιρική του απλότητα την Εθνική, κάνει «κανονικά πράγματα» και όχι «πατέντες», διορθώνει μόνος του τα πράγματα που δεν του πάνε καλά χωρίς να εμμένει σε αυτά που είχε σχεδιάσει πριν τον αγώνα, υπάρχει αξιοκρατία, υπάρχει καλό κλίμα, υπάρχουν χαμόγελα εντός της ομάδας. Κι αν χαμογελάνε οι διεθνείς, χαμογελάμε κι εμείς. Αν απολαμβάνουν εκείνοι που παίζουν το παιχνίδι, το απολαμβάνουμε κι εμείς που το βλέπουμε. Ο δρόμος για να ξαναγίνει η Εθνική μας ομάδα μια ομάδα που θα έχει σταθερή παρουσία σε Euro και Μουντιάλ είναι μακρύς, είναι δύσκολος αλλά δεν είναι αδιάβατος. Όσο η Εθνική κερδίζει, τόσο θα χτίζει ψυχολογία. Κι όσο χτίζει ψυχολογία, τόσο θα κερδίζει