Μία έκθεση που κυριολεκτικά σοκάρει και αφορά το ποδόσφαιρο και τους μάνατζερ, βασιζόμενη σε επίσημα στοιχεία του υπουργείου οικονομκών του Ηνωμένου Βασιλείου, παραθέτουν οι «Times» του Λονδίνου.
Βάσει των στοιχείων αυτών, εμφανίζονται ποδοσφαιρικοί σύλλογοι να είναι «ευάλωτοι» στην εμπλοκή εγκληματικών δραστηριοτήτων όπως ξέπλυμα χρήματος, απάτη και δωροδοκία.
Παράλληλα, εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τους ατζέντηδες που εκπροσωπούν τόσο τους ποδοσφαιριστές, όσο και τους συλλόγους σε μεταγραφικές συμφωνίες.
Στην πιο πρόσφατη Εθνική Αξιολόγηση Κινδύνου για το Ξέπλυμα Χρήματος και τη Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας, το Υπουργείο Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου αφιερώνει ειδική ενότητα στους ποδοσφαιρικούς συλλόγους και στους μάνατζερ, τονίζοντας πως η διπλή εκπροσώπηση αποτελεί πιθανό πεδίο εγκληματικής εκμετάλλευσης.
«Ακόμη και στους επικαιροποιημένους κανονισμούς της FIFA για τους ατζέντηδες (2023), καθένας από αυτούς μπορεί να εκπροσωπεί τόσο τον παίκτη όσο και τον αγοραστή-σύλλογο, υπό την προϋπόθεση ότι και οι δύο πλευρές έχουν δώσει προηγουμένως τη γραπτή τους συγκατάθεση.»
Πέρυσι οι «Times» του Λονδίνου είχαν επισημάνει ότι η Μονάδα Αστυνόμευσης του Ποδοσφαίρου στο Ηνωμένο Βασίλειο (UKFPU) συνδράμει πλέον την Εθνική Υπηρεσία Εγκλήματος (NCA) στο Project Tachygenic – μια έρευνα σε συνεργασία με την Interpol και την Europol για την πιθανή απειλή από διεθνείς εγκληματίες στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Η έρευνα φέρεται επίσης να εξετάζει πιθανές περιπτώσεις στημένων αγώνων και δωροδοκίας μέσω παράνομων πληρωμών. Η συμμετοχή της UKFPU επεκτείνεται και στη δράση των 142 ειδικών αστυνομικών για το ποδόσφαιρο, οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε συλλόγους με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών και «κατασκοπευτικού» υλικού.
Η έκθεση του Υπουργείου Οικονομικών ενισχύει τη σημασία της επιχείρησης, αναφέροντας: «Πέρα από το ξέπλυμα χρήματος, το ποδόσφαιρο έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί για μια σειρά άλλων εγκληματικών δραστηριοτήτων, όπως παράνομο στοίχημα, στημένοι αγώνες, απάτη και δωροδοκία» και συνεχίζει:
«Το ποδόσφαιρο αποτελεί μια οικονομική δύναμη. Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση Ποδοσφαιρικών Οικονομικών της Deloitte, τα έσοδα των συλλόγων της Premier League ξεπέρασαν τα 6 δισεκατομμύρια λίρες για τη σεζόν 2023-24.
Αυτοί οι παράγοντες καθιστούν το ποδόσφαιρο και τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους μια ελκυστική ευκαιρία για νόμιμους ιδιοκτήτες και επενδυτές σε όλα τα επίπεδα της ποδοσφαιρικής πυραμίδας.
Ωστόσο, ενδέχεται επίσης να καταστήσουν το ποδόσφαιρο στόχο για εγκληματίες, κλεπτοκράτες και άλλους επιβλαβείς παράγοντες, οι οποίοι επιδιώκουν είτε να ξεπλύνουν παράνομα κεφάλαια είτε να αποκομίσουν περαιτέρω παράνομα οφέλη.»
Η έκθεση επισημαίνει επίσης ότι, παρά την εμπορική επιτυχία στο ανώτερο επίπεδο του αθλήματος, σημαντικός αριθμός συλλόγων αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, εν μέρει λόγω των υψηλών οικονομικών απαιτήσεων που συνεπάγεται η διατήρηση ανταγωνιστικού ποδοσφαιρικού σωματείου.
«Αυτοί οι σύλλογοι είναι ευάλωτοι στην εκμετάλλευση από εγκληματίες, οι οποίοι μπορεί να προσφέρουν εύκολα χρήματα με αντάλλαγμα μακροπρόθεσμη πρόσβαση που διευκολύνει μελλοντικές εγκληματικές δραστηριότητες.»
Εντοπίζει επίσης την ευαλωτότητα των συλλόγων που εντάσσονται σε «πολύπλοκες εξωχώριες» δομές ιδιοκτησίας: «Πολλοί σύλλογοι έχουν περίπλοκες εταιρικές δομές με βάση το εξωτερικό, που περιλαμβάνουν μεσάζοντες και χρηματοπιστωτικά προϊόντα προερχόμενα από δικαιοδοσίες με περιορισμένο εποπτικό έλεγχο.
Οι μεγαλύτεροι, με υψηλότερα έσοδα, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να δεχτούν έσοδα που προέρχονται από διαφθορά.»
«Δομές ιδιοκτησίας που περιλαμβάνουν διαστρωματωμένες εταιρείες βιτρίνα ή εταιρείες-κέλυφος, συχνά εγκατεστημένες στο εξωτερικό ή σε περιοχές με χαμηλή διαφάνεια, μπορεί να αποκρύπτουν τους τελικούς πραγματικούς δικαιούχους των συλλόγων ή άλλων σημαντικών εμπλεκόμενων μερών, όπως σε συμφωνίες χορηγιών.»
Αυτό, σύμφωνα με την έκθεση, αποτελεί ανησυχία και για τα κατώτερα επίπεδα του ποδοσφαίρου, όπου «διεφθαρμένοι παράγοντες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν εταιρείες-βιτρίνα για να αγοράσουν ή να επενδύσουν σε συλλόγους».
«Οι σύλλογοι ενδέχεται να χρησιμοποιούνται τόσο ως “οχήματα” για ξέπλυμα χρημάτων, όσο και ως τελικός προορισμός για την επένδυση παράνομων κεφαλαίων.
Το ξέπλυμα χρημάτων που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, όπως μεταγραφές παικτών, πλαστογράφηση εισιτηρίων, παραποιημένες υπηρεσίες που παρέχονται ή λαμβάνονται από τομείς υψηλού κινδύνου, πωλήσεις εμπορευμάτων, συμφωνίες χορηγίας συλλόγων ή παικτών, και παραχώρηση εμπορικών δικαιωμάτων εικόνας.»
«Η αξία των παικτών, ειδικότερα, είναι δύσκολο να προσδιοριστεί αντικειμενικά, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο χειραγώγησης για σκοπούς ξεπλύματος χρημάτων.»
Όσον αφορά τους διαμεσολαβητές παικτών, η έκθεση αναφέρει ότι:
«Οι αμοιβές που καταβάλλονται σε μάνατζερ, μεσάζοντες και άλλους που εμπλέκονται σε μεταγραφικές συναλλαγές μπορεί να αποτελέσουν βολικό μέσο για ξέπλυμα χρημάτων ή καταβολή δωροδοκιών.»
Και καταλήγει: «Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται όταν ο μάνατζερ εκπροσωπεί τόσο τον παίκτη όσο και τον σύλλογο στη διάρκεια μιας μεταγραφής. Λόγω της αφάνειας που περιβάλλει τέτοιες συναλλαγές, η έκταση της εγκληματικότητας στο ποδόσφαιρο παραμένει κενό πληροφοριών και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί με ακρίβεια.»