Ο Μπακασέτας προσπαθεί να αποφύγει παίκτη του Άγιαξ Φωτογραφία: Intime

Bloggers

Το παιχνίδι του Άγιαξ θύμισε ένδοξες μέρες από το Προοδευτική-Ιωνικός

09.08.24 | 15:30

Γράφει: Κώστας Βαϊμάκης

Μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε ότι η φανέλα του Άγιαξ ζυγίζει καμιά εκατοστή κιλά.

Τεράστια ιστορία, σπουδαίοι παίκτες, ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για το παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Μια πραγματική ποδοσφαιρική σχολή, που μαθαίνει την άλφα-βήτα στα παιδάκια στις Ακαδημίες του, λίγο αφού μάθουν να περπατάνε.

Αλλά όπως συμβαίνει στη ζωή με όλα τα πράγματα, υπάρχει η ακμή και υπάρχει και η παρακμή.

Υπάρχει το ρετιρέ, υπάρχει το ισόγειο και υπάρχει και το τρίτο υπόγειο.

Υπάρχει η αποθέωση, υπάρχει η μετριότητα και υπάρχει και το «καλούτσικο».

Και ο Άγιαξ του «σήμερα», μπορεί να μην είναι στο τρίτο υπόγειο, αλλά δεν είναι και στο ρετιρέ.

Είναι η ένδοξη ομάδα με τη βαριά φανέλα, που τερμάτισε πέμπτη πέρυσι στην Ολλανδία.

Και ακριβώς έτσι πρέπει να την αντιμετωπίσει ο Παναθηναϊκός στη ρεβάνς του Αμστερνταμεφόσον δεν το έκανε στο ΟΑΚΑ. 

Δάκρυσε η εικόνα του Σούλη Παπαδόπουλου

Στο πρώτο ημίχρονο, είδαμε μερικές πινελιές μπάλας που θύμιζαν Άγιαξ.

Το γκολ φυσικά, που ήταν προϊόν μιας όμορφης και δουλεμένης φάσης και μια-δυο ακόμα περιπτώσεις όπου οι φιλοξενούμενοι απείλησαν και ο Ντραγκόφσκι έβγαλε.

Είχε και ο Παναθηναϊκός τις στιγμές του, με κορυφαία το δοκάρι του Μπακασέτα, αλλά οι Ολλανδοί ήταν αυτοί που είχαν το πάνω χέρι στην αναμέτρηση.

Το δεύτερο ημίχρονο όμως, ήταν βγαλμένο από τις πιο υγρές φαντασιώσεις του Σούλη Παπαδόπουλου: το παιχνίδι του Άγιαξ θύμισε ένδοξες μέρες Προοδευτικής – Ιωνικού, με καθυστερήσεις, «τραυματισμούς», cooling – break, διαμαρτυρίες, ξανά καθυστερήσεις, ξανά – μανά «τραυματισμοί» και πάει λέγοντας.

Ο Άγιαξ, συνεπικουρούμενος από έναν διαιτητή που σφύριζε σχεδόν κάθε φορά που ανάσαινε, δεν άφησαν να παιχτεί παιχνίδι, δεν επέτρεψαν στον Παναθηναϊκό να βρει ρυθμό και να πιάσει ένα καλό δεκάλεπτο που θα μπορούσε να του φέρει κάτι καλό.

Ακόμα κι έτσι, φάσεις βρήκαν οι «πράσινοι», απείλησαν με τον Γερεμέγεφ και τον Μπακασέτα, είχαν το γκολ του Μαντσίνι που σωστά ακυρώθηκε, προσπάθησαν να χτυπήσουν τον Άγιαξ άλλοτε από τα πλάγια κι άλλοτε «φορτώνοντας» την περιοχή του, αλλά γκολ δεν βρήκαν.

Οπότε πάνε στη ρεβάνς έχοντας να ανέβουν ένα βουνό και να κάνουν κάτι δύσκολο, απέναντι σε μια ομάδα που θα παίζει εντός, έχοντας το προβάδισμα του ενός γκολ.

Η εικόνα πάντως του πρώτου ματς, δεν λέει ότι ο Άγιαξ έχει ήδη περάσει.

Τα καλά και τα άσχημα του Παναθηναϊκού

Η ομάδα του Αλόνσο ξεδίπλωσε στο γήπεδο μερικά από τα πράγματα πάνω στα οποία έχει δουλέψει ο Ουρουγουανός κόουτς και δείχνουν ότι θα είναι δομικά στοιχεία του φετινού του τρόπου παιχνιδιού: το πρέσινγκ ψηλά για παράδειγμα, έφερε κλεψίματα κι αυτά με τη σειρά τους έφεραν γρήγορες αντεπιθέσεις και ευκαιρίες ή υποψίες ευκαιριών.

Ο Αράο στο κέντρο δείχνει πόσο σημαντικός είναι όταν παίζει στη θέση για την οποία αποκτήθηκε και όχι κεντρικός αμυντικός, ο Μπακασέτας είναι αυτός που δημιουργεί και έχει τα πόδια και την ποδοσφαιρική αντίληψη να απειλήσει εντός ή εκτός περιοχής, ο Μλαντένοβιτς ήταν βελτιωμένος αμυντικά σε σχέση με αυτό που γνωρίζαμε.

Πέρα από τα καλά πράγματα που είδαμε, υπήρχαν φυσικά και πράγματα που προβλημάτισαν.

Ο Παναθηναϊκός δεν έχει «κατακτήσει» ακόμα το build-up από την άμυνά του, δεν υπάρχει ο παίκτης που μπορεί να πάρει την πρώτη πάσα από τον τερματοφύλακα ή τα στόπερ και να την προωθήσει με ασφάλεια κι αυτός είναι και ο λόγος που είδαμε πολλά βολέ από τον Ντραγκόφσκι και πολλές σαραντάρες μπαλιές από την άμυνα προς της επίθεση.

Μπορεί να μην έγινε κάποιο χοντρό λάθος ή πούλημα της μπάλας σε ευαίσθητο σημείο, όπως είχε γίνει δυο φορές με την Μπότεφ εντός, αλλά δεν υπήρχε γενικότερα η σιγουριά στην αμυντική λειτουργία της ομάδας, πράγμα μάλλον λογικό αν αναλογιστούμε ότι ο Ίνγκασον με τον Γέντβαϊ γνωρίζονται ελάχιστα.

Η μεταξύ τους «χημεία» όμως είναι κομβικής σημασίας, όχι μόνο για τον τρόπο που θα αμύνεται η ομάδα, αλλά και για την ασφάλεια που θα νιώθουν οι πλάγιοι αμυντικοί και τα κεντρικά χαφ, ώστε να κοιτούν λίγο παραπάνω πώς θα συμμετάσχουν στην επιθετική ανάπτυξη.

Τον «νοστίμισαν» οι αλλαγές

Από τα πιο ενθαρρυντικά πράγματα, ήταν το φετινό ντεμπούτο του Φώτη Ιωαννίδη.

Όχι μόνο διότι «ζωντάνεψε» την επιθετική λειτουργία του Παναθηναϊκού, με την ικανότητα που έχει να κινείται και εκτός περιοχής, να τραβάει μαζί του έναν και δυο αμυντικούς και να «σπάει» τη μπάλα δεξιά κι αριστερά, αλλά κυρίως διότι έδειξε να μην σκέφτεται καθόλου τον τραυματισμό του στο ώμο:

έδωσε κανονικά τις μάχες που είχε να δώσει, μπήκε στις φάσεις, τζάρτζαρε και τζαρτζαρίστηκε, πήρε και έκανε φάουλ, χωρίς να «φυλάγεται» ή να «προσέχει».

Κι αυτό σημαίνει ότι το μόνο που του λείπει πλέον, είναι ο ρυθμός, ώστε να επανέλθει στα περσινά επίπεδα.

Ο Τετέ από την πλευρά του, έδειξε μερικά πράγματα, αλλά όπως είναι λογικό χρειάζεται περισσότερο χρόνο από τον Ιωαννίδη, που ξέρει «πρόσωπα και πράγματα».

Ο Βραζιλιάνος ψάχνει να βρει το ρόλο του στην ομάδα, ώστε να γίνει λειτουργικός, αλλά το παιχνίδι του Άγιαξ και οι συνεχόμενες διακοπές δεν του επέτρεψαν να πιάσει τέμπο.

Κι αυτός όμως, όπως και ο Ιωαννίδης, ο Μπάλντοκ, ο Μαξίμοβιτς και όλοι όσοι δεν έχουν πολλά παιχνίδια με την ομάδα, όσο περνά ο καιρός θα είναι καλύτεροι και πιο έτοιμοι ώστε να κάνουν αυτά που τους ζητάει ο προπονητής τους.

Με την έλευση του Μαξ, έκλεισε η «τρύπα» στη θέση του αριστερού μπακ και μένει να κλείσει και η τελευταία εκκρεμότητα στη θέση του αριστερού εξτρέμ.

Με τον Αϊτόρ και τον Βέρμπιτς να μην υπολογίζονται, υπάρχει αυτή τη στιγμή ο Τζούρισιτς και ο Λημνιός για τη θέση αυτή και η έλευση ενός ποιοτικού εξτρέμ θα αυξήσει τον ανταγωνισμό και θα δώσει μεγαλύτερη ευχέρεια επιλογών στον Αλόνσο, για τον οποίον το κομμάτι των εξτρέμ είναι πολύ σημαντικό για τον τρόπο που θέλει να αναπτύσσεται και να επιτίθεται η ομάδα του.